Έξι δράσεις για την ενίσχυση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς και ένταση της προσπάθειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς εξήγγειλε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας στην ετήσια σύνοδο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εποπτικών Αρχών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO), που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
«Εφαρμόζουμε μια φιλόδοξη και ολοκληρωμένη νέα στρατηγική για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς», τόνισε ο υπουργός, υπογραμμίζοντας τις εξής πρωτοβουλίες:
• Ενίσχυση του ρυθμιστικού και εποπτικού πλαισίου.
• Επέκταση των επενδυτικών ευκαιριών και ανάπτυξη του οικοσυστήματος για fintech και ESG.
• Θέσπιση ενός δίκαιου και διαφανούς φορολογικού πλαισίου
• Βελτίωση του πλαισίου λειτουργίας της ελληνικής κεφαλαιαγοράς.
• Ενθάρρυνση της ζήτησης για επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές.
• Επιτάχυνση και εμβάθυνση των προσπαθειών για την προώθηση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, όπως ανέφερε, σύντομα θα εισαχθεί νομοθεσία για την περαιτέρω θωράκιση της Ελληνικής Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και θα καταστήσει το Χρηματιστήριο πιο ελκυστικό. Παράλληλα, με αξιοποίηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης προχωρά ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός της Επιτροπής με έμφαση στην αναβάθμιση της υποδομής πληροφορικής.
Αναφερόμενος στις δράσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε την ανάγκη περαιτέρω εμβάθυνσης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, σημειώνοντας ότι ο κατακερματισμός των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών είναι μία από τις αδυναμίες της Ευρώπης.
“Να αναλάβουμε δράση προς την κατεύθυνση μιας πιο ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς”
«Η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει ότι χωρίς μεγαλύτερη κινητοποίηση των ευρωπαϊκών κεφαλαιαγορών δεν μπορούμε να καλύψουμε τις επενδυτικές μας ανάγκες», επεσήμανε ο υπουργός. «Γνωρίζω ότι υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για τα πλεονεκτήματα των πιο ολοκληρωμένων κεφαλαιαγορών ή της διατήρησης μεγαλύτερης αυτονομίας σε εθνικό επίπεδο. Πρέπει να αναλάβουμε δράση προς την κατεύθυνση μιας πιο ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς, και πρέπει να το πράξουμε επειγόντως. Από αυτή την άποψη, υποστηρίζουμε τις προσπάθειες του Προέδρου της Ευρωομάδας να μετατρέψει το όραμα στο οποίο έχουμε δεσμευτεί σε απτά αποτελέσματα».
Ο κ. Χατζηδάκης έκανε εκτενή αναφορά στα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης τα οποία σχετίζονται όπως είπε με τις αποδόσεις που καταγράφονται στο Χρηματιστήριο. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο ρυθμό ανάπτυξης που είναι 4-5 φορές υψηλότερος από το μέσο ευρωπαϊκό, στην αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων, στη μείωση – ρεκόρ του Δημοσίου χρέους κατά 43 ποσοστιαίες μονάδες ως προς το ΑΕΠ (από 206% σε 163% μεταξύ 2020 και 2023), στην επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων και στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Τα μέτρα που ενισχύουν την κεφαλαιαγορά
Σημείωσε, επιπλέον, τα μέτρα σε θεσμικό και οικονομικό επίπεδο που ενισχύουν απευθείας την κεφαλαιαγορά, όπως είναι η μείωση της φορολογίας για τα εταιρικά κέρδη, τα μερίσματα και τη συγκέντρωση κεφαλαίου, οι φοροαπαλλαγές για τους τόκους από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και τους επενδυτές-αγγέλους, καθώς και οι επιταχυνόμενες αποσβέσεις για ψηφιακές και πράσινες επενδύσεις. Επίσης, το νέο πλαίσιο για την εταιρική διακυβέρνηση, το πτωχευτικό δίκαιο, τον εκσυγχρονισμό της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς αλλά και η ίδρυση του ΤΕΚΑ που θα αναδειχθεί στον μεγαλύτερο θεσμικό επενδυτή της χώρας.
“Είμαστε αποφασισμένοι να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος”
«Την περασμένη χρονιά η απόδοση του Χρηματιστηρίου της Αθήνας έφθασε στο 39% ενώ σε σχέση με το 2019 η άνοδος φθάνει στο 60%, σε περίοδο μεγάλης αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές. Κατά την ίδια περίοδο η αξία των ελληνικών μετοχών, των μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων και των ομολόγων που διακρατώνται από ξένους επενδυτές αυξήθηκε σημαντικά», τόνισε ο κ. Χατζηδάκης και κατέληξε:
«Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα αποτελεί ευχάριστη έκπληξη για την Ευρώπη και τον κόσμο. Είμαστε αποφασισμένοι να ακολουθήσουμε τον ίδιο δρόμο, τις ίδιες πολιτικές που οδήγησαν σε αυτά τα εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η δημοσιονομική σοβαρότητα θα παραμείνει κεντρικός πυλώνας της πολιτικής μας – όχι μόνο επειδή προβλέπεται από το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, αλλά και επειδή πραγματικά πιστεύουμε ότι αποτελεί προϋπόθεση για όλα τα υπόλοιπα. Όπως έχω πει πολλές φορές, πήραμε το μάθημά μας και είμαστε αποφασισμένοι να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος».