Μικρότερες συντάξεις με περισσότερα χρόνια δουλειάς επιφυλάσσει το μέλλον για τους νέους ασφαλισμένους, δηλαδή τους σημερινούς εφήβους.
Μεγαλύτερες προσδοκίες για υψηλότερη σύνταξη μπορούν να έχουν οι μη μισθωτοί αν καταβάλλουν μεγαλύτερες εισφορές
Ήδη τα στοιχεία είναι ανησυχητικά, καθώς σήμερα οι κύριες συντάξεις που εκδίδονται δεν ξεπερνούν κατά μέσο όρο τα 750 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα, παρά τις αυξήσεις που δόθηκαν την τελευταία διετία.
Και αυτό γιατί:
1) Ο νόμος Κατρούγκαλου οδηγεί σε χαμηλότερες ανταποδοτικές συντάξεις λόγω των χαμηλών ποσοστών αναπλήρωσης.
2) Οι συντάξεις των μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα είναι συνάρτηση του μισθού, ο οποίος αυξάνεται με δυσκολία.
3) Οι περίοδοι ανεργίας – ειδικά στη δεκαετία της κρίσης – δεν συμβάλλουν στην αύξηση της σύνταξης.
Μέσα από την επίσημη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Δημογραφικό και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στα κράτη-μέλη της ΕΕ (Ageing Report 2024 – Economic and Budgetary Projections for the EU Member States 2022-2070), η αύξηση του προσδόκιμου ζωής, σε συνδυασμό με τις περιορισμένες γεννήσεις και τη γήρανση του πληθυσμού, έχει ως αποτέλεσμα στη χώρα μας η θεσμοθετημένη ηλικία συνταξιοδότησης από τα 62 έτη, που είναι σήμερα, έπειτα από 40 έτη ασφάλισης, να αυξηθεί στα 67,5 το 2070.
Ακόμη και μεσοπρόθεσμα, το 2030, η αύξηση του γενικού ορίου από 62 και 40 χρόνια ασφάλισης θα πάει στα 63,5 έτη (πάντα με 40 χρόνια ασφάλισης).
Όρια και ποσοστά αναπλήρωσης
Το γενικό όριο ηλικίας από 67 έτη το 2022 θα φτάσει στα 68,5 έτη το 2030 και τα 72,5 έτη το 2070. Κάτι που σημαίνει ότι οι σημερινοί έφηβοι θα αναγκαστούν να παραμείνουν στην αγορά εργασίας για πολύ περισσότερα χρόνια. Οσο για το ποσό που θα λάβουν, θα είναι σημαντικά μειωμένο.
Έτσι, ενώ το 2022 το ποσοστό αναπλήρωσης των συντάξεων είναι στο 76% του εισοδήματος, θα περιοριστεί στο 65% το 2040 και θα φτάσει στο 53% το 2070.
Όσον αφορά τις σημερινές συντάξεις, οι ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση συμβουλεύουν, μεταξύ άλλων, τους υποψήφιους συνταξιούχους να μη σπεύδουν να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα με μειωμένη σύνταξη για να κερδίζουν περίπου 130 ευρώ μηνιαίως.
Προτείνεται να προσπαθήσουν να συμπληρώσουν 40 χρόνια ασφάλισης, ακόμα και εξαγοράζοντας πλασματικά χρόνια, προκειμένου να αξιοποιήσουν στο έπακρο τον χρόνο ασφάλισης αλλά και να κερδίσουν κάτι περισσότερο από τη βελτίωση των ποσοστών αναπλήρωσης που προβλέπει ο νόμος Βρούτση, ιδίως από τα 36 έως τα 40 έτη ασφάλισης.
Παρ’όλα αυτά, αν ο μισθός κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου κυμαίνεται στα 1.000 ευρώ, η σύνταξή του δεν θα ξεπεράσει τα 850 ευρώ με 40 χρόνια ασφάλισης. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να επιτευχθεί ο στόχος της κυβέρνησης ο μέσος μισθός να φτάσει στα 1.500 ευρώ έως το 2027.
Οι μη μισθωτοί
Μεγαλύτερες προσδοκίες για υψηλότερη σύνταξη μπορεί να έχουν οι μη μισθωτοί (ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι) αν βεβαίως καταβάλλουν μεγαλύτερες μηνιαίες εισφορές.
Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου καθώς χαμηλές εισφορές οδηγούν σε σημαντικά χαμηλές συντάξεις, κάτι που αναμένεται να διαπιστώσουν στο μέλλον χιλιάδες ασφαλισμένοι που επιλέγουν για καταβολή εισφορών τη χαμηλή ασφαλιστική κατηγορία για πολλά χρόνια και μόνο όταν πλησιάζει η ηλικία συνταξιοδότησης ανεβαίνουν κλίμακα, χωρίς αυτό βέβαια να επηρεάζει ιδιαίτερα το ύψος της σύνταξης.
Η χαμηλή κατηγορία (345,1 ευρώ) και η τέταρτη ασφαλιστική κατηγορία (414,8 ευρώ) είναι καλές επιλογές αν θέλει ο ελεύθερος επαγγελματίας να λάβει ένα ποσό σύνταξης που να του εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση.
Επαγγελματίες: Σωστή επιλογή ασφαλιστικής κλάσης
Η επιλογή των υψηλότερων ασφαλιστικών κατηγοριών δεν έχει νόημα να γίνει τα τελευταία χρόνια. Μόνο αν διανυθεί στις υψηλότερες κατηγορίες ασφαλιστικός χρόνος τουλάχιστον 15 ετών, θα αναμένονται θετικά αποτελέσματα για έναν ελεύθερο επαγγελματία. Ετσι, για παράδειγμα, κάποιος που επιλέγει την 3η ασφαλιστική κλάση, θα λάβει σύνταξη 1.050 ευρώ εφόσον διατηρήσει την ίδια κατηγορία για το σύνολο του ασφαλιστικού του βίου.
Βεβαίως, ακόμα καλύτερα να επιλέξει κάποιος την ανώτερη, δηλαδή την 6η ασφαλιστική κατηγορία (642,09 ευρώ), η οποία θα του εξασφαλίσει ύστερα από σαράντα έτη ασφάλισης σύνταξη κοντά στα 1.790 ευρώ. Η διαφορά μεταξύ πρώτης και έκτης ασφαλιστικής κατηγορίας είναι μεγάλη, όπως βέβαια σημαντική είναι και η διαφορά στο ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς που θα καταβάλει ο ασφαλισμένος.