Οι πολίτες, ευλόγως, ενημερώνονται για την πορεία των ευρωπαϊκών περιφερειακών αγορών χονδρικής. Ωστόσο, καθοριστικό για τον Έλληνα καταναλωτή είναι το τιμολόγιο ρεύματος που πληρώνει. Εκεί, έχει δικαίως και με επιτυχία ρίξει το βάρος η ελληνική πολιτεία, προκειμένου να προφυλάξει τους καταναλωτές».
Αυτό σημειώνεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τη οποία απαντά στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ για τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας (20.08.2024) υπενθυμίζοντας ότι, από το φθινόπωρο του 2021 έως και σήμερα έχουν χορηγηθεί επιδοτήσεις που ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ, ενώ υπογραμμίζεται ότι «η κυβέρνηση είναι παρούσα και θα παρεμβαίνει δυναμικά, όπως το έπραξε και αυτό το μήνα, όποτε είναι αναγκαίο για την προστασία των καταναλωτών».
Επιπλέον, σημειώνεται ότι «η πολιτική της κυβέρνησης στο πεδίο των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποδίδει καρπούς καθ’ όλο το δύσκολο διάστημα της ενεργειακής κρίσης έως και σήμερα, με τρανή απόδειξη τον μηνιαίο πίνακα τιμών που ανακοινώνει το HEPI (Household Energy PriceIndex), ο οποίος μας κατατάσσει σταθερά κάτω από το μέσο όρο της Ε.Ε. στις τιμές των οικιακών καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας».
«Δυστυχώς, συνεχίζει η ανακοίνωση, γίνεται θλιβερή η συστηματική προσπάθεια της αντιπολίτευσης να διαστρεβλώνει για μικροπολιτικό όφελος την πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώνεται στη χονδρική και τη λιανική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας και της Ευρώπης και όπως επιβεβαιώνεται, συστηματικά, από Ευρωπαίους και διεθνείς αναλυτές».
Υπενθυμίζεται ότι επίθεση στην κυβέρνηση για την ενεργειακή πολιτική της και την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος εξαπέλυσε χθες ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με αφορμή τα τελευταία στοιχεία της Eurostat για τον Ιούλιο, τα οποία όπως αναφέρει, δείχνουν ότι «η Ελλάδα κατέλαβε την τρίτη θέση στην κατάταξη των χωρών της ΕΕ με τη μεγαλύτερη αύξηση στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος».
Αναλυτικά στην ανακοίνωση – απάντηση του ΥΠΕΝ:
“Η αξιωματική αντιπολίτευση, για ακόμα μια φορά, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα γύρω από τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και προσπαθεί να δημιουργήσει σύγχυση στους καταναλωτές.
Το σύνηθες «όχημα» είναι η στοχευμένη επιλογή ενός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος κάθε φορά, για να υποστηρίξει ότι λ.χ. «η ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας εμφανίζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση» σε σχέση με άλλα Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη, αποσιωπώντας παράλληλα τους συσχετισμούς στην -πράγματι κρίσιμη- για τα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις λιανική αγορά. Οι πολίτες, ευλόγως, ενημερώνονται για την πορεία των Ευρωπαϊκών περιφερειακών αγορών χονδρικής. Ωστόσο, καθοριστικό για τον Έλληνα καταναλωτή είναι το τιμολόγιο ρεύματος που πληρώνει. Εκεί, έχει δικαίως και με επιτυχία ρίξει το βάρος η Ελληνική πολιτεία, προκειμένου να προφυλάξει τους καταναλωτές με όλα τα διαθέσιμα εργαλεία από την αύξηση του κόστους ρεύματος που -ανεξάρτητα με όσα παραπλανητικά και εν γνώσει της διατείνεται η αντιπολίτευση- όντως έχει περιφερειακό και σε ορισμένες περιπτώσεις πανευρωπαϊκό χαρακτήρα.
Η όψιμη «επίθεση» της αντιπολίτευσης στο Ευρωπαϊκό μοντέλο-στόχο της χονδρικής αγοράς ηλεκτρισμού, που διαθέτει ως κεντρικό χαρακτηριστικό την οριακή τιμολόγηση είναι άκαιρη και άστοχη. ‘Αλλωστε, η Ε.Ε. προχώρησε πρόσφατα σε αναθεώρηση του ενωσιακού κανονιστικού πλαισίου για την ενοποιημένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, επιλέγοντας τη διατήρηση της οριακής τιμολόγησης ως τρόπο καθορισμού της τιμής στην Ευρωπαϊκή χονδρεμπορική αγορά. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για κάποια εθνική ή ειδική στρέβλωση της αγοράς στη χώρα μας, ούτε κάποια επιλογή στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης, αλλά για Ευρωπαϊκή υποχρεωτική πρόβλεψη, όπως καλά γνωρίζει η αντιπολίτευση που τη μετέφερε στην εθνική νομοθεσία.
Εκτός των παραπάνω, θα θέλαμε να πληροφορήσουμε την αξιωματική αντιπολίτευση για τα ακόλουθα, που οι Έλληνες πολίτες, έχοντας βιώσει μία σφοδρή ενεργειακή κρίση, γνωρίζουν πολύ καλά:
1. Από το φθινόπωρο του 2021 έως και σήμερα έχουν χορηγηθεί επιδοτήσεις, μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, που ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ, μειώνοντας το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές σε ανεκτό επίπεδο, ακόμα και όταν οι τιμές του φυσικού αερίου και του ρεύματος διεθνώς είχαν εκτοξευθεί σε πρωτοφανή επίπεδα.
2. Εφαρμόσαμε από τις πρώτες χώρες στην Ε.Ε. μηχανισμό ανάκτησης των υπερεσόδων των ηλεκτροπαραγωγών συγκεντρώνοντας από τον Ιούλιο του 2022 έως και τον Δεκέμβριο του 2023 περισσότερα από 3,5 δισ. ευρώ, τα οποία διοχετεύθηκαν, αυτομάτως, στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας για τη συγκράτηση των τιμών.
3. Φορολογήσαμε με 90%, το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των χωρών της Ε.Ε., τα υπερέσοδα των ηλεκτροπαραγωγών για την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2021 έως και τον Ιούνιο του 2022, συγκεντρώνοντας περισσότερα από 340 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των πολιτών.
4. Από τον Ιανουάριο του 2024 θεσπίσαμε το Ειδικό Τιμολόγιο (πράσινης χρωματικής σήμανσης), το οποίο κατά το πρώτο 7μηνο του τρέχοντος έτους είχε μέση τιμή για όλες τις εταιρείες προμήθειας τα 13 λεπτά/kWh, ενώ η μέση τιμή του πράσινου τιμολογίου για τον δεσπόζοντα προμηθευτή για το ίδιο διάστημα ανήλθε σε 12 λεπτά/kWh, δηλαδή σχεδόν στο επίπεδο προ ενεργειακής κρίσης.
5. Όσον αφορά στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τον Αύγουστο του 2024, η Κυβέρνηση, διαβλέποντας τις συνέπειες που είχε η περιφερειακή στρέβλωση που δημιουργήθηκε στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης εντός του Ιουλίου, ανακοίνωσε ένα πλέγμα μέτρων για την αντιμετώπιση αυτής της έκτακτης κατάστασης. Μεταξύ των μέτρων που ανακοινώθηκαν ήταν η έκτακτη φορολόγηση για τον μήνα Αύγουστο των ηλεκτροπαραγωγών που χρησιμοποιούν ως καύσιμο το φυσικό αέριο, καθώς και η επιδότηση των οικιακών καταναλωτών με 1,6 λεπτά/kWh για τις πρώτες 500 kWh, ώστε η τελική τιμή για την πλειοψηφία της συγκεκριμένης κατηγορίας καταναλωτών να παραμείνει κάτω από το επίπεδο των 15 λεπτών/kWh. Παράλληλα, για τους δικαιούχους του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου η επιδότηση για τον Αύγουστο είναι ενισχυμένη και ανέρχεται σε 5 λεπτά/kWh, διατηρώντας την τιμή για τους 700.000 καταναλωτές αυτής της κατηγορίας σε επίπεδο προ ενεργειακής κρίσης, περίπου 11,3 λεπτά/kWh.
6. Επιπλέον, για το σύνολο των αγροτών «τρέχει» ήδη, η ένταξή τους στο Τιμολόγιο ΓΑΙΑ με τιμές από 9,3-11 λεπτά/kWh, ενώ με το συγκεκριμένο τιμολόγιο εξασφαλίζεται η μακροχρόνια πρόσβαση (10 χρόνια) των αγροτικών καταναλωτών σε χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.
7. Η πολιτική της Κυβέρνησης Μητσοτάκη στο πεδίο των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποδίδει καρπούς καθ’ όλο το δύσκολο διάστημα της ενεργειακής κρίσης έως και σήμερα, με τρανή απόδειξη τον μηνιαίο πίνακα τιμών που ανακοινώνει το HEPI (Household Energy PriceIndex), ο οποίος μας κατατάσσει σταθερά κάτω από το μέσο όρο της Ε.Ε. στις τιμές των οικιακών καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας. Μάλιστα, στον σχετικό πίνακα, απεικονίζονται οι τιμές (συμπεριλαμβανομένων φόρων και λοιπών χρεώσεων) ηλεκτρικής ενέργειας των οικιακών καταναλωτών για τον Ιούλιο του 2024, όπου η χώρα μας βρίσκεται στην 18η θέση μεταξύ 33 ευρωπαϊκών κρατών.
8. Επίσης, από την αρχή του 2024 ο ίδιος δείκτης (HEPI) μας κατατάσσει αρκετά κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σε επίπεδο έτους, η μείωση στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τους οικιακούς καταναλωτές είναι 1,8%, ενώ για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα στην Ε.Ε. οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 2%. Εάν γίνει και ο αντίστοιχος υπολογισμός σωρευτικά από το 2019 (προ Covid και πριν την ενεργειακή κρίση) – η αύξηση των τιμών είναι 45% στην Ε.Ε. και 29% στην Ελλάδα.
Δυστυχώς, γίνεται θλιβερή η συστηματική προσπάθεια της αντιπολίτευσης να διαστρεβλώνει για μικροπολιτικό όφελος την πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώνεται στη χονδρική και τη λιανική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας και της Ευρώπης και όπως επιβεβαιώνεται, συστηματικά, από Ευρωπαίους και διεθνείς αναλυτές. Οι συγκεκριμένοι αριθμοί και τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους και αποτυπώνονται στους λογαριασμούς. Η Κυβέρνηση είναι παρούσα και θα παρεμβαίνει δυναμικά, όπως το έπραξε και αυτό το μήνα, όποτε είναι αναγκαίο για την προστασία των καταναλωτών. Ας σταματήσει, λοιπόν, η αντιπολίτευση να ασκεί στείρα κριτική και να επενδύει στην τοξικότητα, που δεν προσφέρουν τίποτα στον τόπο μας”.