Σε μια περίοδο αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και ενισχυμένων συζητήσεων εντός της Ε.Ε. για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, η επίσκεψη του Γάλλου υπουργού Άμυνας στην Ελλάδα αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Η παρουσία του σηματοδοτεί την πρόθεση Γαλλίας και Ελλάδας να προχωρήσουν σε αναβάθμιση της ήδη ισχυρής στρατηγικής τους συνεργασίας, με χρονικό ορίζοντα το 2026.
Ο Γάλλος υπουργός συναντάται σήμερα με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια, λίγες μόλις ημέρες μετά την παρουσίαση στη Βουλή του Μακροπρόθεσμου Προγράμματος Αμυντικών Εξοπλισμών για την περίοδο 2025–2036. Κεντρικός άξονας του προγράμματος αποτελεί ο εκσυγχρονισμός του Πολεμικού Ναυτικού, όπου ήδη έχει αναπτυχθεί σημαντική συνεργασία με τη Γαλλία, μέσω της προμήθειας των φρεγατών FDI (Belharra).
Στο πλαίσιο της επίσκεψης, οι δύο υπουργοί αναμένεται να επισκεφθούν τη γαλλική φρεγάτα D-656 «ALSACE» στον Πειραιά, αλλά και τα Ναυπηγεία Σαλαμίνας, όπου βρίσκεται κοινό τεχνικό κλιμάκιο για την υποδοχή της τρίτης ελληνικής φρεγάτας Belharra, F-601 «Κίμων».
Παράλληλα, παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο απόκτησης τέταρτης φρεγάτας FDI με δυνατότητες εκτόξευσης πυραύλων SCALP Naval, ενώ βρίσκεται υπό αξιολόγηση και η προμήθεια 16 γαλλικών αντιπλοϊκών πυραύλων Exocet. Η κίνηση αυτή ερμηνεύεται και ως απάντηση στις φήμες για τουρκικό ενδιαφέρον απόκτησης πυραύλων Meteor, κάτι που έχει ήδη προκαλέσει ενόχληση στο Παρίσι.
Ο υπουργός Άμυνας Νίκος Δένδιας, μιλώντας πρόσφατα στο Φόρουμ των Δελφών, τόνισε ότι η Ελλάδα δεν έχει ανεξάντλητους πόρους και προσδοκά καλύτερες προσφορές από τη φιλική Γαλλία, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη αυξημένης ελληνικής συμμετοχής στα εξοπλιστικά προγράμματα. Η σχετική οδηγία προς τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών ζητά συμμετοχή τουλάχιστον 25% από την ελληνική αμυντική βιομηχανία.
Το θέμα της εγχώριας παραγωγής έρχεται εκ νέου στο προσκήνιο, με τη γαλλική πλευρά να έχει προτείνει τη δημιουργία γραμμής παραγωγής φρεγατών και υποβρυχίων στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά – πρόταση που η Αθήνα εξετάζει υπό το πρίσμα της στρατηγικής της αυτάρκειας και της ενίσχυσης της ελληνικής τεχνογνωσίας.