Αρκετοί εμπλεκόμενοι επιστρέφουν ποσά για να αποφύγουν τις ποινικές διαδικασίες – Προτιμάται η διοικητική οδός από την πολυετή δικαστική διαμάχη
Με το σκεπτικό «πλήρωσε για να γλιτώσεις», αρκετοί από τους εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο των παράνομων επιδοτήσεων επιλέγουν να επιστρέψουν τα ποσά που έλαβαν αχρεωστήτως, ώστε να αποφύγουν τις ποινικές επιπτώσεις. Όπως εκτιμάται, η προσέγγιση αυτή φέρνει έσοδα στο Δημόσιο πιο γρήγορα από τις συνήθεις διαδικασίες καταλογισμού και αναζήτησης.
Η επιστροφή των χρημάτων βασίζεται στον νόμο 2520/1997 και στις διαδικασίες που εφαρμόζει ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Όταν προκύψει ύποπτη πληρωμή –μέσω ελέγχων ή καταγγελιών– ο οργανισμός ζητά διευκρινίσεις και, αν διαπιστωθεί παράτυπη ενίσχυση, εγγράφει το ποσό ως αχρεωστήτως καταβληθέν. Εάν ο δικαιούχος συνεχίσει να υποβάλλει αιτήσεις, το ποσό παρακρατείται από επόμενες πληρωμές. Σε αντίθετη περίπτωση, κινδυνεύει να χάσει τα δικαιώματά του.
Όταν το ύψος ή η φύση της απάτης το επιβάλλει –όπως σε περιπτώσεις πλαστών μισθωτηρίων ή ανύπαρκτων καλλιεργειών– εκδίδεται απόφαση από τον αρμόδιο υπουργό για την επιστροφή του ποσού. Αν δεν υπάρξει συμμόρφωση, το χρέος μεταφέρεται στην Εφορία και εισπράττεται με τους όρους των δημοσίων εσόδων.
Παρότι η συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων επιλύεται εκτός δικαστηρίων, ορισμένοι επιλέγουν να κινηθούν νομικά, προσφεύγοντας εντός δύο μηνών στο διοικητικό πρωτοδικείο και ζητώντας αναστολή εκτέλεσης της απόφασης.
Το χρονικό βάθος τέτοιων υποθέσεων είναι ενδεικτικό: Απόφαση για πράξη του 1995 εκδόθηκε από το ΣτΕ το 2024. Αντίστοιχα, άλλες υποθέσεις που αφορούν ποσά εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, εκκρεμούσαν στα διοικητικά δικαστήρια για πάνω από δέκα χρόνια. Συνολικά, περισσότερες από 600 αποφάσεις έχουν εκδοθεί στα τρία δικαστικά επίπεδα για αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά.